Διαφορετική θα είναι φέτος η εικόνα για τα αγροτικά εισοδήματα και τη φορολογία τους. Αλλά, ας δούμε πρώτα το… γράμμα του νόμου. |
Η επαγγελματική ιδιότητα σε συνδυασμό με την προέλευση των προσόδων επανακαθορίζει το πόσο οδυνηρή θα είναι η επαφή με την Εφορία για κάθε αγρότη
Σύμφωνα με τον ν. 4389/27.05.16, στο άρθρο 65 ορίζεται ότι:
«α) Επαγγελματίας αγρότης είναι το ενήλικο φυσικό πρόσωπο που έχει δικαίωμα εγγραφής στο Μητρώο Αγροτών και Αγροτικών Εκμεταλλεύσεων, εφόσον πληροί σωρευτικά τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
αα) Είναι κάτοχος αγροτικής εκμετάλλευσης.
αβ) Ασχολείται επαγγελματικά με αγροτική δραστηριότητα στην εκμετάλλευσή του τουλάχιστον κατά 30% του συνολικού ετήσιου χρόνου εργασίας του.
αδ) Είναι ασφαλισμένος ο ίδιος και η αγροτική του εκμετάλλευση, όπου απαιτείται, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.
αε) Τηρεί λογιστικά βιβλία, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία».
Ας προσπαθήσουμε να αναλύσουμε τις ανωτέρω παραμέτρους μία μία και να δούμε τι θέλει να πει ο… ποιητής. Επαγγελματίας αγρότης κατά τον νομοθέτη είναι αυτός ο οποίος:
αα) Είναι κάτοχος αγροτικής εκμετάλλευσης.
Κάτοχος αγροτικής εκμετάλλευσης θεωρείται όποιος έχει στην κατοχή του και εκμεταλλεύεται καλλιεργούμενες εκτάσεις. Αυτό ισχύει είτε τα αγροτεμάχια που καλλιεργεί είναι ιδιόκτητα είτε είναι μισθωμένα. Κάθε χρόνο (χρόνια τώρα), συντάσσεται η «ενιαία δήλωση καλλιέργειας / εκτροφής ΕΛΓΑ», γνωστή σε όλους ως δήλωση ΟΣΔΕ.
Σύμφωνα με τα παραπάνω, εφόσον καλλιεργείς εκτάσεις ή εκτρέφεις ζώα, κατέχεις δέντρα, κυψέλες, πληροίς την προϋπόθεση.
αγ) Λαμβάνει από την απασχόλησή του σε αγροτική δραστηριότητα το 50% τουλάχιστον του συνολικού ετήσιου εισοδήματός του.
Αυτό το γνωρίζει ο ίδιος ο παραγωγός ή ο λογιστής του, στον οποίο θα απευθυνθεί προκειμένου να διαπιστώσει σε ποιο καθεστώς βρίσκεται. Προσοχή: Οχι τώρα, μετά το νέο έτος και αφού προηγουμένως διαμορφωθεί μια εικόνα για το τρέχον έτος.
Ετσι, αν υποθέσουμε ότι κάποιος έχει εισόδημα από ενοίκια 1.000 ευρώ, εισόδημα από μισθωτή υπηρεσία (π.χ. εργόσημα που είναι και της μόδας τελευταία) 3.000 ευρώ και εισόδημα από γεωργική δραστηριότητα 5.000 ευρώ (καθαρό φορολογητέο εισόδημα, όχι τζίρο), τότε πληροί την προϋπόθεση και λαμβάνει από αγροτική δραστηριότητα το 50% επί του συνολικού εισοδήματος (αυτό προκύπτει ως εξής: Το συνολικό εισόδημα είναι 5.000 + 3.000 + 1.000 = 9.000 ευρώ, ενώ το αγροτικό εισόδημα είναι 5.000, που ισοδυναμεί με 56% των 9.000, άρα πάνω από 50% του συνολικού εισοδήματος).
Και σ’ αυτή την περίπτωση, θα πρέπει προηγουμένως να καταχωρισθούν τα συνολικά έσοδα και έξοδα της χρονιάς για να μπορέσουν να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα.
αδ) Είναι ασφαλισμένος ο ίδιος και η αγροτική του εκμετάλλευση, όπου απαιτείται, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία:
Εφόσον καλλιεργεί κάποιος, θα πρέπει να είναι ασφαλισμένος στον ΟΓΑ. Θα μπορούσε να πει κάποιος ότι δεν θέλω να είμαι. Πληροφοριακά να πω ότι δεν ερωτάται κανείς αν επιθυμεί να ασφαλιστεί, ασφαλίζεται υποχρεωτικά. Αρα την περίπτωση αυτή, λίγο – πολύ θα την πληρούν όλοι όσοι καλλιεργούν.
Οσον αφορά την καλλιέργεια, αυτή ασφαλίζεται στον ΕΛΓΑ, υποχρεωτικά από όποιον εισπράττει επιδότηση, ενίσχυση ή αποζημίωση. Προφανώς θα ασφαλιστεί και από όλους εκείνους που θα θελήσουν να αποκτήσουν την ιδιότητα του κατά κύριο επάγγελμα αγρότη.
αε) Τηρεί λογιστικά βιβλία, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.
Πολύς ο λόγος σχετικά με την έκφραση «κείμενη νομοθεσία». Σύμφωνα λοιπόν με την κείμενη νομοθεσία:
• Ολοι όσοι έχουν άνω των 5.000 ευρώ ενιαία ενίσχυση ή άνω των 15.000 ευρώ τζίρο από πωλήσεις το προηγούμενο έτος, υποχρεούνται να τηρούν βιβλία και να εκδίδουν στοιχεία από την 1η Ιανουαρίου του επόμενου έτους.
‘Η αλλιώς, όσοι έχουν κάτω από 5.000 ευρώ ενιαία ενίσχυση και κάτω από 15.000 ευρώ τζίρο από πωλήσεις τον προηγούμενο χρόνο, δεν υποχρεούνται να ενταχθούν σε βιβλία.
Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι την περίπτωση αυτή (αε), την πληρούν και οι αγρότες του ειδικού και οι αγρότες του κανονικού καθεστώτος.
Αφησα τελευταία τη δεύτερη περίπτωση, στην οποία δημιουργείται και ο μεγαλύτερος προβληματισμός.
αβ) Ασχολείται επαγγελματικά με αγροτική δραστηριότητα στην εκμετάλλευσή του τουλάχιστον κατά 30% του συνολικού ετήσιου χρόνου εργασίας του:
Υπάρχει πίνακας (ΦΕΚ Τεύχος Β’ 2386/03.08.16) ο οποίος προσδιορίζει τον χρόνο που απαιτείται ανά καλλιέργεια, προκειμένου να κρίνουν οι αρμόδιες υπηρεσίες αν πληρείται το κριτήριο της απασχόλησης. Ταυτόχρονα στο ίδιο ΦΕΚ ορίζεται σε ποιες περιπτώσεις κάποιος ο οποίος ασχολείται εξωγεωργικά, μπορεί να συνεχίσει να χαρακτηρίζεται επαγγελματίας αγρότης.
Το αφορολόγητο
Σε κάθε περίπτωση πάντως, ο προβληματισμός που υπάρχει για το αν διατηρηθεί ο χαρακτηρισμός του κατ’ επάγγελμα αγρότη, έχει να κάνει με την ύπαρξη ή όχι του αφορολόγητου.
Δηλαδή π.χ. ένας έμπορος υποδημάτων έχει από την εμπορική του δραστηριότητα καθαρά κέρδη 10.000 ευρώ και από την απασχόλησή του ως αγρότη έχει καθαρά κέρδη 8.000 ευρώ, αυτό σημαίνει ότι δεν είναι κατά κύριο επάγγελμα αγρότης, άρα για τα 8.000 ευρώ καθαρά κέρδη από αγροτική ενασχόληση, θα φορολογηθεί με συντελεστή 22% από το πρώτο ευρώ.
Βέβαια, θα πει κάποιος, στη μία περίπτωση (αυτή του κατ’ επάγγελμα αγρότη ή στο παράδειγμά μας, η φορολογία θα είναι μηδενική, αφού το αφορολόγητο είναι μεγαλύτερο του καθαρού φορολογητέου αγροτικού εισοδήματος), ενώ σε διαφορετική περίπτωση, για τα 8.000 ευρώ θα πληρώσει 8.000 Χ 22% = 1.760 ευρώ κύριο φόρο. Δεν αναφέρω καν την προκαταβολή και τον πιθανό φόρο εισφοράς αλληλεγγύης…
Γιώργος Παπαδημητρίου
Φοροτεχνικός, Πρόεδρος ΣΕΕΛΦΟ Καρδίτσας – Μέλος της Π.Ο.Φ.Ε.Ε.