Δημοσιεύθηκε στις : [ 19-05-2015 ]
Αριθ. πρωτ.: 3004/27.4.2015
Κοινοποίηση των διατάξεων του άρθρου 25, του ν.4321/2015 (ΦΕΚ Α’ 32/21.03.2015) «Ρυθμίσεις για την επανεκκίνηση της οικονομίας», καθώς και λοιπά θέματα επιχειρησιακής διαδικασίας και χρήσης του Ο.Π.Σ. «Elenxis»
Αθήνα, 27 Απριλίου 2015
Αριθ. πρωτ.: 3004
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΕΙΔΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΣΩΜΑΤΟΣ ΔΙΩΞΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ (Σ.Δ.Ο.Ε.)
ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ
– ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΕΡΕΥΝΩΝ (Δ2)
ΤΜΗΜΑ Β’
– ΟΜΑΔΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ ΕΡΓΟΥ “ELENXIS”
Ταχ. Δ/νση: Πειραιώς 207 και Αλκίφρονος 92
Ταχ. Κωδ.: 11853, Αθήνα
Πληροφορίες: I. Κατσίπης, Κ. Παπαχρήστου, Χ. Κατάρας
Τηλέφωνο: 210 3401022, 210 3401115, 210 3401279
Telefax: 210 6980663, 2103401025
Email: g.katsipis@sdoe.gr
ΘΕΜΑ: Κοινοποίηση των διατάξεων του άρθρου 25, του ν.4321/2015 (ΦΕΚ Α’ 32/21.03.2015) «Ρυθμίσεις για την επανεκκίνηση της οικονομίας», καθώς και λοιπά θέματα επιχειρησιακής διαδικασίας και χρήσης του Ο.Π.Σ. “Elenxis”.
ΣΧΕΤ.: Το με αριθμό 2084/23.3.2015 έγγραφό μας.
Αναφορικά με τo ως άνω θέμα, σας γνωρίζουμε κατά περίπτωση τα ακόλουθα:
Α. ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 25 ΤΟΥ Ν.4321/2015 (ΦΕΚ Α’ 32/21.03.2015)
Σε συνέχεια του ως άνω σχετικού εγγράφου, με το οποίο σας κοινοποιήθηκαν οι διατάξεις των άρθρων 25 και 35, του ν.4321/2015 (ΦΕΚ Α’ 32/21.03.2015) «Ρυθμίσεις για την επανεκκίνηση της οικονομίας», σας παρέχουμε κατά περίπτωση τις απαραίτητες ερμηνευτικές οδηγίες για την ορθή και ομοιόμορφη εφαρμογή των υπόψη άρθρων.
1. Διατάξεις της παραγράφου 1, του άρθρου 25, του ν.4321/2015:
Το κείμενο των εν λόγω διατάξεων έχει ως εξής: «Στις περιπτώσεις που προβλέπονται στην υπ’ αριθμ. πρωτ. ΔΕΛ Α 1069048 2.5.2014 από 2.5.2014 εγκύκλιο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων (ΑΛΑ: ΒΙΦ2Η-Α0Β) και στην περίπτωση 9 του κεφαλαίου «Λοιπά θέματα ελέγχου» της εγκυκλίου, εφόσον μέχρι 30.4.2015 δεν έχει η προβλεπόμενη στα ανωτέρω διαδικασία ολοκληρωθεί και βεβαιωθεί ο αναλογούν φόρος, η διαδικασία ολοκληρώνεται με τα εκδοθέντα, από το Σ.Δ.Ο.Ε., φύλλα ελέγχου.».
Από το περιεχόμενο των υπόψη διατάξεων, συνάγεται ότι αυτές αφορούν στις υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων και στις περιπτώσεις που προβλέπονται στην περίπτωση 9 του κεφαλαίου «Λοιπά θέματα ελέγχου» της υπ’ αριθμ. πρωτ. ΔΕΛ Α 1069048 2.5.2014 εγκυκλίου της Γ.Γ.Δ.Ε., σχετικά με το εάν τα διαβιβασθέντα πορίσματα του Σ.Δ.Ο.Ε. θα θεωρούνται από τη Δ.Ο.Υ. δελτία πληροφοριών ή εκθέσεις ελέγχου, ανάλογα με το εάν μέχρι 30.04.2015 έχει ή δεν έχει ολοκληρωθεί η προβλεπόμενη διαδικασία και βεβαιωθεί ο αναλογούν φόρος.
2. Διατάξεις της παραγράφου 2, του άρθρου 25, του ν.4321/2015:
Στην παράγραφο 2 του άρθρου 30 του ν. 3296/2004 (Α’ 253) προστίθεται νέα περίπτωση στ , η οποία έχει ως εξής:
«στ. Ο μερικός έλεγχος εφαρμογής της φορολογικής νομοθεσίας με έμφαση στη φορολογία εισοδήματος και ο έλεγχος εφαρμογής της τελωνειακής νομοθεσίας.».
Με τις εν λόγω διατάξεις ενισχύεται ο ρόλος της Ειδικής Γραμματείας του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος, μέσω της αρμοδιότητας του μερικού ελέγχου εφαρμογής της φορολογικής νομοθεσίας με έμφαση στη φορολογία εισοδήματος, καθώς και του ελέγχου εφαρμογής της τελωνειακής νομοθεσίας.
Σύμφωνα με το περιεχόμενο της Εισηγητικής έκθεσης των αντίστοιχων ως άνω διατάξεων, η ως άνω νομοθετική ρύθμιση κρίθηκε απαραίτητη καθόσον κύριο έργο των υπηρεσιών της Ειδικής Γραμματείας του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος είναι η διενέργεια προανακρίσεων και προκαταρκτικών εξετάσεων προς διακρίβωση διαπράξεως αυτεπαγγέλτως διωκόμενων αξιόποινων πράξεων οικονομικής φύσεως εγκλημάτων και δη φοροδιαφυγής και νομιμοποιήσεως εσόδων από παράνομες δραστηριότητες (ξέπλυμα χρήματος), η έρευνα πλήθους υποθέσεων που διαβιβάζονται από την «Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης», οι έλεγχοι για τον προσδιορισμό οποιασδήποτε προσαύξησης περιουσίας, που προέρχεται από άγνωστη πηγή και αιτία ή προσαύξηση περιουσίας που δεν προκύπτει από διαρκή και σταθερή πηγή, η οποία δεν έχει φορολογηθεί ή απαλλαγεί με ειδική διάταξη από το φόρο, η διερεύνηση καταγγελιών και πληροφοριών που αποστέλλονται στις υπηρεσίες της Ειδικής Γραμματείας του Σ.Δ.Ο.Ε. και ο έλεγχος κατασχεμένων βιβλίων και στοιχείων. Προκειμένου να συγκεντρωθούν τα αναγκαία αποδεικτικά στοιχεία για να βεβαιωθεί η τέλεση του κατά περίπτωση ερευνώμενου αδικήματος απαιτείται η διενέργεια των νόμιμων ανακριτικών πράξεων, που απαριθμούνται – οχι περιοριστικά – στις διατάξεις των άρθρων 251 – 304 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, καθώς και η διενέργεια μερικού φορολογικού ελέγχου ή ελέγχου εφαρμογής της τελωνειακής νομοθεσίας.
Σύμφωνα με το άρθρο 35 του υπόψη νόμου, η αρμοδιότητα του μερικού ελέγχου ισχύει για τα ελεγκτικά όργανα του Σ.Δ.Ο.Ε. από την ημερομηνία δημοσίευσης του, ήτοι από την 21η Μαρτίου 2015.
Επισημαίνεται, ότι σύμφωνα με την με αριθμό ΔΕΛ Α 1069048 2.5.2014 εγκύκλιο της Γ.Γ.Δ.Ε.: «Πλήρης έλεγχος είναι αυτός που διενεργείται για όλες τις φορολογίες και όλα τα φορολογικά αντικείμενα καθώς και για τις εισφορές και τα τέλη ο οποίος είναι και οριστικός. Μερικός έλεγχος είναι αυτός που δεν συγκεντρώνει τα παραπάνω στοιχεία του πλήρους ελέγχου.»
Από τις ως άνω διατάξεις, σε συνδυασμό με το περιεχόμενο της εισηγητικής έκθεσης αυτών το οποίο αποτυπώνει το πνεύμα και τη βούληση του νομοθέτη, ευθέως συνάγεται ότι η αρμοδιότητα μερικού ελέγχου αποδόθηκε στο Σ.Δ.Ο.Ε. κυρίως για τη μέσω αυτού στοιχειοθέτηση των κατά περίπτωση ερευνώμενων αδικημάτων στα πλαίσια των εκτελούμενων προκαταρκτικών εξετάσεων, σύμφωνα με τις εντολές των Εισαγγελικών Αρχών, καθώς και για την έμφαση που πρέπει να δίδεται στις ερευνώμενες υποθέσεις ως προς τη φορολογία εισοδήματος και όχι για την αυτή καθεαυτή άσκηση του συγκεκριμένου είδους ελέγχου.
Ενόψει των ανωτέρω και δεδομένου ότι η αρμοδιότητα του μερικού ελέγχου, σύμφωνα με τις ως άνω διατάξεις, αποδόθηκε στην Ειδική Γραμματεία του Σ.Δ.Ο.Ε. για τον έλεγχο κυρίως της φορολογίας εισοδήματος, διευκρινίζονται τα κάτωθι:
α) Πληροφοριακά δελτία τα οποία υφίστανται ή περιέρχονται στις υπηρεσίες του Σ.Δ.Ο.Ε. μετά την 21.03.2015 και αφορούν στον έλεγχο εφαρμογής διατάξεων Κ.Β.Σ./Κ.Φ.Α.Σ./Ε.Λ.Π., Φ.Π.Α. και λοιπών παρακρατούμενων φόρων και φορολογιών και προδήλως δεν άπτονται του κυρίου έργου τους, θα διαβιβάζονται στις αρμόδιες υπηρεσίες της Φορολογικής Διοίκησης της Γ.Γ.Δ.Ε., ως κατεξοχήν αρμοδίων για τη διενέργεια των εν λόγω ελέγχων.
β) Εισαγγελικές Παραγγελίες των οποίων η διερεύνηση απαιτεί και τη διενέργεια μερικού ελέγχου, θα ολοκληρώνονται από την Υπηρεσία μας σύμφωνα πάντα και με τις κατά περίπτωση οδηγίες του διατάσσοντος αρμόδιου Εισαγγελέα.
Σημειώνεται, ότι κατά τις διατάξεις των άρθρων 31, 33, 34 και 35 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας η προανάκριση και η προκαταρκτική εξέταση γίνονται πάντοτε υπό τη διεύθυνση και την εποπτεία του Εισαγγελέως Πλημμελειοδικών, ενώ η ανώτατη διεύθυνση του ανακριτικού έργου ανήκει στον Εισαγγελέα Εφετών. Η διοικητική αρχή δεν δικαιοδοτεί, ούτε συνδέεται καθ’ οιονδήποτε τρόπο με την εκτέλεση του ανακριτικού έργου. Σε κάθε περίπτωση, οι προανακριτικοί υπάλληλοι οφείλουν να συμμορφώνονται αμέσως προς τις παραγγελίες του Εισαγγελέως, όποιος και αν είναι ο τύπος της Εισαγγελικής πρωτοβουλίας, αφού η τελευταία είναι απολύτως δεσμευτική γι αυτούς, ακόμη και όταν δεν έχει καν περιβληθεί τον έγγραφο τύπο και είναι απλώς προφορική. Μόνο ο Εισαγγελέας δικαιούται να λαμβάνει γνώση των στοιχείων της δικογραφίας και να ενημερώνεται οποτεδήποτε, όχι και οι διοικητικοί προϊστάμενοι των προανακριτικών υπαλλήλων του Σ.Δ.Ο.Ε. (Σχετική η με αριθμό 19/1999/1-6-1999 Εγκύκλιος του Προϊσταμένου της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών).
3. Διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 3, του άρθρου 25, του ν.4321/2015:
Στην αρχή της παρ. 9 του άρθρου 30 του ν. 3296/2004 (Α’ 253) προστίθεται νέο εδάφιο, το onoίο έχει ως εξής:
«Οι εκθέσεις της Ειδικής Γραμματείας του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (Ε.Γ. Σ.Δ.Ο.Ε.) οι οποίες έχουν συνταχθεί τηρούμενης της διαδικασίας τον διατάξεων του άρθρου 6 του ν. 2690/1999 θεωρούνται για τη Φορολογική Διοίκηση εκθέσεις ελέγχου, κατά τηv έννοια του δευτέρου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 28 του ν. 4174/2013 (Α’ 170) «Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας», παράγοντας άμεσα την προβλεπόμενη από το ίδιο εδάφιο οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου ή την πράξη επιβολής προστίμου της παραγράφου 2 του άρθρου 62 του ιδίου ως άνω νόμου.».
Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση των ως άνω διατάξεων, οι εκθέσεις της Ειδικής Γραμματείας του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος θεωρούνται Εκθέσεις Ελέγχου με την έννοια του ν.4174/2013 (Κ.Φ.Δ.) από τις Υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων και παράγουν άμεσα έννομα αποτελέσματα, εφόσον προηγουμένως έχει εκπληρωθεί η ρητά κατοχυρωμένη επιταγή του Συντάγματος για το δικαίωμα της προηγούμενης ακρόασης του ενδιαφερομένου έναντι κάθε διοικητικής ενέργειας ή μέτρου που λαμβάνεται σε βάρος του (άρθρο 20 παρ. 2 του Συντάγματος) με την εφαρμογή της οριζόμενης από τις διατάξεις του άρθρου 6 του ν. 2690/1999, διαδικασίας.
Σύμφωνα με το άρθρο 35 του ν. 4321/2015, οι ως άνω διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 3, του άρθρου 25 ισχύουν από την ημερομηνία δημοσίευσής των, ήτοι από την 21η Μαρτίου 2015.
Με τις ως άνω διατάξεις, ορίζεται ρητά ότι τα πορίσματα του Σ.Δ.Ο.Ε. θεωρούνται εκθέσεις ελέγχου από τις Υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων και παράγουν άμεσα έννομα αποτελέσματα, εφόσον προηγουμένως έχει τηρηθεί η οριζόμενη από τις διατάξεις του άρθρου 6 του ν. 2690/1999, διαδικασία της προηγούμενης ακρόασης του ελεγχόμενου.
Ειδικότερα με τις διατάξεις του άρθρου 6 του ν.2690/1999, μεταξύ άλλων, ορίζεται ότι οι διοικητικές αρχές, πριν από κάθε ενέργεια ή μέτρο σε βάρος των δικαιωμάτων ή συμφερόντων συγκεκριμένου προσώπου, οφείλουν να καλούν τον ενδιαφερόμενο να εκφράσει τις απόψεις του, εγγράφως ή προφορικώς, ως προς τα σχετικά ζητήματα.
Η κλήση προς ακρόαση είναι έγγραφη, αναφέρει τον τόπο, την ημέρα και την ώρα της ακρόασης, προσδιορίζει δε το αντικείμενο του μέτρου ή της ενέργειας. Ο ενδιαφερόμενος έχει το δικαίωμα να λάβει γνώση των σχετικών αποδεικτικών στοιχείων και να προβεί σε ανταπόδειξη. Η τήρηση της προαναφερόμενης διαδικασίας, καθώς και η λήψη υπόψη των απόψεων του ενδιαφερομένου, πρέπει να προκύπτουν από την Αιτιολογία της διοικητικής πράξης. Το υιοθετούμενο μέτρο πρέπει να λαμβάνεται μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα από την ακρόαση του ενδιαφερομένου.
Κατά συνέπεια σε κάθε περίπτωση διαπίστωσης παραβάσεων για μη ορθή εφαρμογή των διατάξεων, ανεξαρτήτως του είδους του ελέγχου στο πλαίσιο του οποίου διαπιστώνονται οι παραβάσεις αυτές, τα όργανα του Σ.Δ.Ο.Ε. οφείλουν μετά το τέλος του ελέγχου και πριν τη σύνταξη της οικείας έκθεσης ελέγχου, να επιδίδουν με απόδειξη στον υπόχρεο κλήση προς ακρόαση για τις παραλείψεις ή παρατυπίες που διαπιστώθηκαν.
Η Κλήση προς Ακρόαση θα συντάσσεται, εις τριπλούν (ένα αντίτυπο επιδίδεται στο ελεγχόμενο πρόσωπο, ένα επισυνάπτεται στην έκθεση ελέγχου και το τρίτο παραμένει στο αρχείο τnς Υπηρεσίας), θα είναι αριθμημένη, θα φέρει τη θεώρηση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης και τη στρογγυλή σφραγίδα της υπηρεσίας και θα υπογράφεται από τον υπεύθυνο της ομάδας ελέγχου, ο οποίος και θα είναι αυτός που θα επιμελείται της επίδοσης σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις.
Με την κλήση αυτή θα καλείται ο υπόχρεος εντός δέκα (10) ημερών να παράσχει εγγράφως τις απόψεις του επί των παραλείψεων ή παρατυπιών, προσκομίζοντας και κάθε αποδεικτικό στοιχείο των ισχυρισμών του. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις (π.χ. λόγω επικείμενης παραγραφής) μπορεί vα τίθεται και μικρότερη προθεσμία από αυτή των δέκα (10) ημερών που αναφέρονται ανωτέρα, πάντα όμως μέσα στο πλαίσιο των διατάξεων του ν.2690/1999, ήτοι όχι μικρότερη των πέντε (5) ημερών. Η παραπάνω προθεσμία αρχίζει την επόμενη ημέρα της ημέρας επίδοσης της κλήσης, εφόσον δε η ημέρα λήξης της είναι αργία, αυτή παρατείνεται, μέχρι την πρώτη εργάσιμη ημέρα. Εντός της ίδιας ως άνω προθεσμίας και οποιαδήποτε εργάσιμη για τις υπόψη φορολογικές αρχές ημέρα και ώρα, ο υπόχρεος δύναται να παράσχει στον προϊστάμενο της αρμόδιας φορολογικής αρχής και προφορικές διευκρινήσεις αναφορικά με τις απόψεις που έχει καταθέσει εγγράφως. Οι προφορικές αυτές διευκρινήσεις, ανάλογα με την κρίση του προϊσταμένου της αρμόδιας φορολογικής αρχής κατά την προσέλευση του υπόχρεου, μπορεί να παρέχονται και στο διενεργήσαντα τον έλεγχο ελεγκτή ή έναν από αυτούς, αν είναι περισσότεροι του ενός.
Για παραβάσεις που διαπιστώνονται στο πλαίσιο επιτόπιου μερικού ελέγχου, η κλήση προς ακρόαση θα επιδίδεται άμεσα από τα ελεγκτικά όργανα, πριν την αναχώρησή τους από την επαγγελματική εγκατάσταση του υπόχρεου. Ειδικά για παραβάσεις για τις οποίες αντικειμενικά δεν μπορεί να γίνει άμεση (επιτόπια) επίδοση της κλήσης προς ακρόαση (π.χ. μετά από επεξεργασία κατασχεθέντων βιβλίων και στοιχείων ή τραπεζικών δεδομένων), αυτή θα επιδίδεται όσο το δυνατό συντομότερα, πάντα πριν τη σύνταξη της οικείας έκθεσης ελέγχου και σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις περί επιδόσεων. Αυτονόητο είναι, ότι υπάρχει δυνατότητα επίδοσης δεύτερης κλήσης προς ακρόαση στις περιπτώσεις που οι τελικές διαπιστώσεις του ελέγχου διαφοροποιούνται από αυτές που διαλαμβάνονται στην πρώτη.
Στην κλήση προς ακρόαση που θα επιδίδεται, θα επισυνάπτεται και το προβλεπόμενο Υπηρεσιακό Σημείωμα Ελέγχου (Υ.Σ.Ε.), χωρίς να παρίσταται πλέον ανάγκη συμπλήρωσης του ιδιαίτερου και ενσωματωμένου σ’ αυτό αποδεικτικού επίδοσης.
Τονίζεται ιδιαιτέρως, ότι σε κάθε περίπτωση στο αποδεικτικό επίδοσης της κλήσης προς ακρόαση πρέπει να γίνεται ρητή μνεία και των στοιχείων του κατά περίπτωση Υ.Σ.Ε. που επισυνάπτεται σ’ αυτή.
Στις εντολές ελέγχου που θα εκδίδονται εφεξής πρέπει να αναγράφεται ρητά και σχετική εξουσιοδότηση του οργάνου που τις υπογράφει, για σύνταξη και επίδοση από τους ελεγκτές στον υπόχρεο της προαναφερόμενης κλήσης προς ακρόαση, εφόσον συντρέχει περίπτωση.
Η κλήση του υπόχρεου προς ακρόαση, καθώς και το ότι λήφθηκαν υπόψη οι απόψεις και διευκρινίσεις του (στην περίπτωση που αυτές παρασχέθηκαν) ή η ενδεχόμενη μη ανταπόκρισή του σ’ αυτή την κλήση πρέπει να προκύπτουν από τη σχετική έκθεση ελέγχου.
Ευνόητο είναι ότι για τυχόν διαπιστωθείσες κατ’ αρχήν παραβάσεις, για τις οποίες με βάση τις απόψεις και διευκρινήσεις του υπόχρεου αποδεικνύεται η μη διάπραξή τους, δεν θα επιβάλλεται τελικά πρόστιμο ή διαφορά φορολογητέας ύλης. Η σχετική αιτιολογία, πλήρως τεκμηριωμένη, θα αναγράφεται στην έκθεση ελέγχου.
Σχετικές, είναι και οι οδηγίες που δόθηκαν για την ορθή και ομοιόμορφη εφαρμογή των ως άνω διατάξεων του ν.2690/1999 με την ΠΟΛ.1074/9.4.2008 και την αριθ. πρωτ.: 5044/14.4.2003 διαταγή του Σ.Δ.Ο.Ε. (πρώην ΥΠ.Ε.Ε.).
Κατόπιν των εκτεθέντων, συνάγεται ότι προκειμένου οι εκθέσεις της Ειδικής Γραμματείας του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (Ε.Γ. Σ.Δ.Ο.Ε.) να θεωρούνται για τη Φορολογική Διοίκηση εκθέσεις ελέγχου, κατά την έννοια του δευτέρου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 28 του ν. 4174/2013 (Α’ 170), παράγοντας άμεσα την προβλεπόμενη από το ίδιο εδάφιο οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου ή την πράξη επιβολής προστίμου της παραγράφου 2 του άρθρου 62 του ιδίου ως άνω νόμου, επιβάλλεται να τηρείται απαρέγκλιτα η διαδικασία της προηγούμενης ακρόασης επί των επιβαρυντικών διαπιστώσεων του ελέγχου. Σε κάθε περίπτωση οι εκθέσεις ελέγχου που καταλαμβάνονται από τις συγκεκριμένες διατάξεις, φέρουν τον τίτλο «Έκθεση Ελέγχου», συντάσσονται ανά είδος φορολογίας και εμπεριέχουν αυτολεξεί στο σώμα τους, τόσο τις έγγραφες, όσο και τις προφορικές εξηγήσεις οι οποίες απολύτως αιτιολογημένα, μία προς μία, είτε αντικρούονται είτε γίνονται αποδεκτές από τον έλεγχο.
Από το συνδυασμό όλων των ανωτέρω, συνάγεται ότι οι ελεγκτές της Ε.Γ. του Σ.Δ.Ο.Ε., κατά αναλογία της έμφασης που ορίζεται βάση των νέων διατάξεων στην αρμοδιότητα μερικού ελέγχου ως προς τη φορολογία εισοδήματος, συντάσσουν ως προς τη συγκεκριμένη φορολογία, εκθέσεις ελέγχου που αφορούν, κατά κύριο λόγο, προσδιορισμό αποκρυβείσας φορολογητέας ύλης.
Οι αντίστοιχες εκθέσεις ελέγχου Κ.Β.Σ./Κ.Φ.Α.Σ./Ε.Λ.Π. των υποκείμενων σε αυτές τις φορολογίες, που αφορούν σε προσαύξηση περιουσίας, συντάσσονται μόνο για το μέρος της αποκρυβείσας ύλης η οποία στοιχειοθετείται ότι προκύπτει από την επαγγελματική δραστηριότητα του ερευνώμενου προσώπου και ως εκ τούτου εξ αυτής προκύπτουν και παραβάσεις των ως άνω αναφερομένων φορολογιών – ανάλογα με το χρόνο διάπραξης αυτών – πλέον των διαπιστωθέντων αδήλωτων διαφορών της φορολογίας εισοδήματος.
Περαιτέρω, οι ελεγκτές της Ε.Γ. του Σ.Δ.Ο.Ε., σε συνεργασία με τους προϊσταμένους των, κρίνοντας τα πραγματικά περιστατικά και τα δεδομένα εκάστης υπόθεσης, δύνανται σε λοιπές φορολογίες (Φ.Π.Α., παρακρατούμενοι φόροι, Κ,Τ.Χ., κλπ.), να μη συντάσσουν έκθεση ελέγχου, οπότε και παρέλκει η τήρηση της διαδικασίας της προηγούμενης ακρόασης. Αυτονόητο είναι, ότι για τις συγκεκριμένες περιπτώσεις η Υπηρεσία μας πρέπει να παράσχει πληροφορίες, συντάσσοντας ανάλογα Πληροφοριακή Έκθεση Ελέγχου ή Δελτίο Πληροφοριών προς τη Φορολογική Διοίκηση (Δ.Ο.Υ., Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π., κλπ.) η άλλες υπηρεσίες (Ασφαλιστικούς φορείς, Αστυνομία, Υπουργείο ανάπτυξης κλπ.), προκειμένου οι τελευταίες να πραγματοποιήσουν έλεγχο.
4. Διατάξεις του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 3, του άρθρου 25, του ν.4321/2015:
Στην αρχή της παρ. 9 του άρθρου 30 του ν. 3296/2004 (Α’ 253) προστίθεται δεύτερο εδάφιο, το οποίο έχει ως εξής:
«Οι υπάλληλοι της Ειδικής Γραμματείας του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (Ε.Γ. Σ.Δ.Ο.Ε.) στο πλαίσιο άσκησης των αρμοδιοτήτων τους δύνανται να εφαρμόζουν τις διατάξεις του άρθρου 27 του ν. 4174/2013.».
Με τις ως άνω διατάξεις παρέχεται πλέον ρητά στην Ειδική Γραμματεία του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος, η δυνατότητα εφαρμογής των μεθόδων έμμεσου προσδιορισμού της φορολογητέας ύλης, μέσω της οποίας επιτυγχάνεται το ενιαίο της ελεγκτικής διαδικασίας, σε ελέγχους ιδίου αντικειμένου, μεταξύ ελεγκτικών υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών και επιλύεται το θέμα της χρονικής υστέρησης στη βεβαίωση και εν τέλει στην είσπραξη των αναλογούντων φόρων.
Σύμφωνα με το άρθρο 35 του ν.4321/2015, οι ως άνω διατάξεις του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 3, του άρθρου 25 ισχύουν από την ημερομηνία δημοσίευσής των, ήτοι από την 21η Μαρτίου 2015.
Ειδικότερα, με τις διατάξεις του άρθρου 27 του ν.4174/2013 ορίζεται, ότι η Φορολογική Διοίκηση δύναται να προβαίνει σε εκτιμώμενο, διορθωτικό ή προληπτικό προσδιορισμό της φορολογητέας ύλης και με την εφαρμογή μιας ή περισσοτέρων από τις κατωτέρω τεχνικές ελέγχου:
α) της αρχής των αναλογιών,
β) της ανάλυσης ρευστότητας του φορολογούμενου,
γ) της καθαρής θέσης του φορολογούμενου,
δ) της σχέσης της τιμής πώλησης προς το συνολικό όγκο κύκλου εργασιών και
ε) του ύψους των τραπεζικών καταθέσεων και των δαπανών σε μετρητά.
Με τις ως άνω τεχνικές μπορούν να προσδιορίζονται τα φορολογητέα εισοδήματα των φορολογουμένων, τα ακαθάριστα έσοδα, οι εκροές και τα φορολογητέα κέρδη των υπόχρεων βάσει των γενικά παραδεκτών αρχών και τεχνικών της ελεγκτικής.
Συναφείς ήταν και οι διατάξεις του άρθρου 67Β με τίτλο «Έμμεσες τεχνικές ελέγχου» οι οποίες είχαν προστεθεί στον ν.2238/1994, με τις διατάξεις της παραγράφου 14 του άρθρου 4 του ν.4038/2012 (ΦΕΚ Α’ 14/02.02.2012). Σημειώνεται, ότι με τις διατάξεις της παρ. 22 του άρθρου του ν.4172/2013 (ΦΕΚ Α’ 167/23.07.2013), η οποία προστέθηκε με την παρ.11 του άρθρου 26 του ν.4223/2013 (ΦΕΚ Α’ 287/31.12.2013), ορίζεται ότι: «Από την έναρξη ισχύος του ν, 4172/2013 παύουν να ισχύουν οι διατάξεις του ν.2238/1994 (Α’ 151), συμπεριλαμβανομένων και όλων των κανονιστικών πράξεων και εγκυκλίων που έχουν εκδοθεί κατ’ εξουσιοδότηση αυτού του νόμου.».
Για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 67Β του ν.2238/1994 σχετικά με τις έμμεσες τεχνικές ελέγχου έχουν εκδοθεί σχετικές οδηγίες με τις με αριθμό ΔΕΣ Α 1077357 ΕΞ 10.5.2013 (ΦΕΚ Β’ 1136/10.05.2013 και 1199/16.05.2013) Απόφαση του Υφυπουργού Οικονομικών και τις ΠΟΛ.1171/4.7.2013 και ΠΟΛ.1270/24.12.2013. Συναφείς είναι και οι εγκύκλιες οδηγίες για τα εμβάσματα του εξωτερικού ΠΟΛ.1033/21.2.2013 και ΠΟΛ.1228/15.10.2014, όπου η εφαρμοζόμενη πρακτική του ελέγχου, υποδεικνύει την διενέργεια ελεγκτικών επαληθεύσεων βάσει των πραγματικών περιστατικών και γεγονότων.
Επίσης, για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 27 του ν.4174/2013 σχετικά με τις έμμεσες, τεχνικές ελέγχου έχουν εκδοθεί σχετικές οδηγίες με τις με αριθμό ΠΟΛ.1050/17.2.2014 (ΦΕΚ Β’ 474/25.02.2014) και την ΠΟΛ.1094/7.4.2014 (ΦΕΚ Β’ 961/16.04.2014) Αποφάσεις του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων και την ΠΟΛ.1259/22.12.2014 εγκύκλιο διαταγή της Γενικής Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων.
Επισημάνεται, ότι η ως άνω «τεχνική του ύψους των τραπεζικών καταθέσεων και των δαπανών σε μετρητά», όπως ορίζεται στις οικείες διατάξεις και ερμηνεύεται στις σχετικές Αποφάσεις και εγκυκλίους διαταγές, συνάδει ευθέως με την εφαρμοζόμενη επιχειρησιακή διαδικασία ελέγχου των ελεγκτών του Σ.Δ.Ο.Ε. για τον προσδιορισμό αποκρυβείσας φορολογητέας ύλης.
Β. ΘΕΜΑΤΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ
Β1. Μετακίνηση ελεγκτών- Χειρισμός εντολών ελέγχου
Με αφορμή προφορικά ερωτήματα που τέθηκαν στη Διεύθυνση και αφορούν στο χειρισμό εκκρεμών υποθέσεων που παραδίδονται – επιστρέφονται στην Υπηρεσία λόγω μετακίνησης ελεγκτών, σας γνωρίζουμε τα εξής:
Με τις ισχύουσες διατάξεις των δύο πρώτων εδαφίων της παραγράφου 1 του άρθρου 57 του ν.2065/1992 ορίζεται, ότι σε περίπτωση μετάθεσης φοροτεχνικών υπαλλήλων σε άλλη υπηρεσία μπορούν οι υπάλληλοι αυτοί να απασχολούνται στη νέα υπηρεσία με τη σύνταξη εκθέσεων ελέγχου επιχειρήσεων στις οποίες διενήργησαν έλεγχο αρμοδιότητας της υπηρεσίας από την οποία μετατέθηκαν. Κατά το χρόνο σύνταξης της έκθεσης ελέγχου ο υπάλληλος θεωρείται ότι υπηρετεί στη φορολογική αρχή στην αρμοδιότητα της οποίας ανήκει η επιχείρηση.
Οι ως άνω διατάξεις που αναφέρονται σε «σύνταξη εκθέσεων ελέγχου επιχειρήσεων», θεσπίσθηκαν και ισχύουν από το έτος 1992 και συνεπώς κατ’ αναλογία του όρου «επιχειρήσεις» καταλαμβάνουν σήμερα, το σύνολο των οντοτήτων, ως υποκείμενων ελέγχου.
Εξυπακούεται, ότι πότε ο έλεγχος έχει ολοκληρωθεί και κατά συνέπεια η έκθεση μπορεί να συνταχθεί από την νέα Υπηρεσία είναι θέμα πραγματικό και εκτιμάται από τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης μετά από εισήγηση του αρμόδιου τμηματάρχη.
Επειδή η ακύρωση εντολών και η έκδοση νέων για υποθέσεις που έχουν ολοκληρωθεί οι διαπιστώσεις ή ακόμη περισσότερο έχουν συνταχθεί τα Υ.Σ.Ε. συνιστά σπατάλη πολύτιμου χρόνου, ταλαιπωρία για τον ελεγχόμενο, ο οποίος και δεν είναι υποχρεωμένος να γνωρίζει ή να κατανοεί τις διαδικαστικές δυσκολίες της Υπηρεσίας, αλλά και αφορμή για δυσμενή σχόλια, κρίνεται σκόπιμο αυτό να γίνεται μόνο στις περιπτώσεις που υπάρχουν ανυπέρβλητα πρακτικά προβλήματα ή νομικά κωλύματα.
Επίσης, στις περιπτώσεις που αποχωρεί ένας υπάλληλος ενώ έχουν αρχίσει οι ελεγκτικές επαληθεύσεις να εκδίδεται άμεσα τροποποιητική εντολή για την συμπλήρωση του συνεργείου και την ολοκλήρωση του ελέγχου.
Σε εξαιρετικές περιπτώσεις και εφόσον οι υπολειπόμενες επαληθεύσεις δεν απαιτούν πολύ χρόνο, μπορεί να προωθηθεί αιτιολογημένο αίτημα για ολιγοήμερη αναστολή της κοινοποίησης της απόφασης μετακίνησης του υπαλλήλου.
Αλλαγή ελεγκτών που μετέχουν σε εντολή ελέγχου χωρίς να έχει προηγηθεί μετακίνηση υπαλλήλου δεν νοείται, εκτός εξαιρετικών περιπτώσεων οι οποίες και δικαιολογούν απολύτως την ενέργεια.
Ενόψει των ανωτέρω, παρόμοιες υποθέσεις στο μέλλον να αντιμετωπίζονται στο πνεύμα της παρούσας και ομοίως να εξετάζεται η αντιμετώπιση τυχόν υφιστάμενων εκκρεμοτήτων.
Β2. Πλήθος ελεγκτών στις εντολές ελέγχου
Ο αριθμός των ελεγκτών που ορίζονται σε κάθε εντολή είναι αποκλειστική αρμοδιότητα του προϊσταμένου της Διεύθυνσης, ο οποίος κρίνει με βάση τις δυσκολίες της υπόθεσης (ελεγχόμενα έτη, κύκλος συναλλαγών, αριθμός τραπεζικών λογαριασμών κ.τ.λ.) και την εμπειρία των ελεγκτών. Τούτο σημαίνει, ότι η συμμετοχή ενός ελεγκτή στο συνεργείο πρέπει να είναι ουσιαστική και αιτιολογημένα επιβεβλημένη, δεδομένου ότι από καμία διάταξη δεν προκύπτει ελάχιστος ή μέγιστος αριθμός συμμετεχόντων ελεγκτών στο συνεργείο ελέγχου.
Εντολές ελέγχου που αφορούν σε ελέγχους διακίνησης, μερικούς ελέγχους στις εγκαταστάσεις των ελεγχομένων προσώπων και λοιπές περιπτώσεις κατά την κρίση του προϊσταμένου της Υπηρεσίας, θα απευθύνονται σε περισσότερους του ενός υπαλλήλους, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην αριθ. πρωτ.: ΕΜΠ.16500/31.10.2011 Διαταγή Σ.Δ.Ο.Ε.
Σε κάθε περίπτωση, οι ελεγκτές προς τους οποίους απευθύνεται η εντολή ελέγχου, θεωρούνται συνυπεύθυνοι για τον έλεγχο ή την έρευνα μέχρι την παράδοση της έκθεσης ελέγχου ή της πορισματικής αναφοράς στο αρμόδιο Τμήμα ή Γραφείο της υπηρεσίας τους. (Αριθ. Πρωτ.: ΕΜΠ.16500/31.10.2011 Διαταγή Σ.Δ.Ο.Ε.).
B3. Επίδειξη εντολής από ελεγκτές της Ε. Γ. Σ.Δ.Ο.Ε.
Ο χρόνος κατά τον οποίο επιδεικνύεται π εντολή ελέγχου και ως εκ τούτου λαμβάνει γνώση το ερευνώμενο πρόσωπο για τη διενέργεια του ελέγχου, είναι συνάρτηση του είδους της διενεργούμενης έρευνας και του σταδίου εξέλιξης αυτής.
Γ. ΘΕΜΑΤΑ ΧΡΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΤΥΠΩΣΗΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΣΤΟ Ο.Π.Σ. “ELENXIS”
Η παρακολούθηση του συνόλου των υποθέσεων καθίσταται προφανής και αναγκαία, προκειμένου η Κ.Υ. του Σ.Δ.Ο.Ε. να γνωρίζει την πορεία, το στάδιο και το τελικό αποτέλεσμα των διενεργούμενων ερευνών, έτσι ώστε να έχει τη δυνατότητα συνεχούς, ολοκληρωμένης και αξιόπιστης αποτίμησης και αξιολόγησης του παραγόμενου έργου όλων των ιεραρχικών βαθμίδων του.
Για την εξυπηρέτηση της ανάγκης ενιαίας και ομοιόμορφης αποτύπωσης του παραγόμενου έργου, κρίνεται σκόπιμο και επιβεβλημένο να πραγματοποιηθεί η σχετική τακτοποίηση, όλων των υποθέσεων στο Ο.Π.Σ. “ELENXIS” σύμφωνα με το στάδιο που βρίσκεται έκαστος φυσικός έλεγχος, γεγονός που θα παρέχει σε πραγματικό χρόνο ακριβή στοιχεία για την πορεία των διενεργούμενων ερευνών και θα διευκολύνει την Κ.Υ. στην εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων και αποτελεσματικότερου σχεδιασμού της δράσης του Σ.Δ.Ο.Ε.
Προς τούτο είναι απαραίτητο να εφαρμόζονται τα παρακάτω:
ΤΜΗΜΑΤΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ
Έχει ήδη εγκατασταθεί νέα έκδοση για την εντολή ελέγχου. Οι αλλαγές συνίστανται στα πιο κάτω
α) Εντολή Έρευνας ή Ελέγχου
– Εκτυπώνεται στον τίτλο της υπηρεσίας τόσο το όνομα του προϊσταμένου τμήματος που ανήκει ο υπεύθυνος ελεγκτής της εντολής όσο και το όνομα του υποδιευθυντή της υποδιεύθυνσης που ανήκει.
– Εκτυπώνεται ad hoc στο κάτω μέρος του εντύπου πρόταση, η οποία ομού με τις όποιες παρατηρήσεις ορίζει την διάρκεια της εντολής ελέγχου.
– Εμφανίζεται στην εκτύπωση η ημερομηνία ελέγχου «από» – «έως» στις περιπτώσεις που πρέπει να ορισθεί συγκεκριμένη ημερομηνία λήξεως της εντολής ελέγχου (η δυνατότητα επιλογής εμφάνισης του «έως» γίνεται όταν στην ανάθεση της εντολής επιλέξουμε την ημερομηνία λήξης).
β) Υποθέσεις – στοιχεία ICIS-ΣΔΟΕ.
– Όταν η υπόθεση δημιουργείται από πληροφοριακό δελτίο της Αρχής του ν.3691/2008 να αναγράφεται στο πεδίο στοιχεία ICIS-ΣΔΟΕ και μετά τον αριθμό του δελτίου η έκφραση «Ν3691/08», ώστε όλοι οι χρήστες να δύνανται να αναζητήσουν με ευκολία από την «Διαχείριση» τις υποθέσεις αυτές (επιπρόσθετα εξακολουθεί να ορίζεται και η συγκεκριμένη οπτική ελέγχου).
ΤΜΗΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ
α) Βελτιώσεις στην διαδικασία Γενικών υποθέσεων στις περιπτώσεις σύνταξης πορισματικής αναφοράς
Ο υπάλληλος εισάγει την πορισματική αναφορά στην γενική υπόθεση τόσο στην Διενέργεια ( μη παραγόμενη αλληλογραφία), όσο και στην Διαχείριση (δημιουργία Υπό-Υπόθεσης Αναφοράς Εγγράφου) και από εκεί ( την γενική υπόθεση ) ακολουθεί την συνήθη διαδικασία. Σημείωση: εφόσον εκδοθεί ΥΣΕ, οίκοθεν χωρίς ΑΦΜ, προκειμένου να παρακολουθηθεί η Πορισματική Αναφορά, αυτό θα εισαχθεί στην Γενική Υπόθεση σαν μη παραγόμενη αλληλογραφία.
β) Ενέργειες υπάλληλων
Αναφέρονται συνοπτικά ορισμένες από τις ενέργειες που πρέπει να πραγματοποιούνται στο Σύστημα Διαχείρισης και που είναι ιδιαίτερα σημαντικές, προκειμένου η εικόνα εκάστου χρήστη και ρόλου στο Ο.Π.Σ. “ELENXIS” να αποτυπώνει την αντίστοιχη πραγματική, κατάσταση. Αυτονόητο είναι, ότι παράλληλα ισχύουν οι οδηγίες που ήδη έχουν δοθεί και για όλες τις υπόλοιπες διαδικασίες και ενέργειες.
β.1) Ενέργειες ελεγκτών. Έκαστος ελεγκτής:
-Αλλάζει την κατάσταση ροής των υποθέσεων (Φρλγ και Γενικές) από «ΑΝΑΤΕΘΗΚΕ» σε «ΣΕ ΕΞΕΛΙΞΗ», φωτίζοντας την υπόθεση και από το menu Ενέργειες ή με δεξί κλικ επιλέγει «ΕΝΑΡΞΗ ΕΞΕΛΙΞΗΣ» οπότε αλλάζει η κατάσταση ροής της υπόθεσης σε «ΣΕ ΕΞΕΛΙΞΗ», εφόσον έχει εις χείρας του την αντίστοιχη εντολή ελέγχου.
– Ελέγχει αν αναφορές που έχουν δοθεί σαν φυσικό αρχείο στον Προϊστάμενο για υπογραφή, τις έχει αποτυπώσει και στο Σύστημα. Προς τούτο πρέπει να έχει δημιουργήσει αναφορά με κατάσταση ροής «ΕΛΕΓΧΟΣ ΑΝΑΦΟΡΩΝ», με σκοπό ο Προϊστάμενος Τμήματος όταν υπογράφει την εν λόγω αναφορά να αλλάξει την ροή της. Στις περιπτώσεις πορισματικών αναφορών που συντάσσονται στα πλαίσια Εισαγγελικών Παραγγελιών ο ελεγκτής δημιουργεί αναφορά με κατάσταση ροής «ΕΛΕΓΧΟΣ ΑΝΑΦΟΡΩΝ», με σκοπό ο Προϊστάμενος Τμήματος να αλλάξει την ροή της, ανεξάρτητα από εάν θα λάβει γνώση του περιεχομένου της.
– Αλλάζει την κατάσταση ροής των υποθέσεων (φρλγ και Γενικές) που έχουν ολοκληρωθεί (δηλ. υπάρχουν αποτυπωμένες όλες οι αναφορές στο σύστημα), από «ΣΥΝΤΑΞΗ ΑΝΑΦΟΡΩΝ» σε «ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ ΑΝΑΦΟΡΩΝ», φωτίζοντας την υπόθεση και από το menu Ενέργειες ή με δεξί κλικ επιλέγει «ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ ΑΝΑΦΟΡΩΝ» οπότε αλλάζει η κατάσταση ροής της υπόθεσης σ. «ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ ΑΝΑΦΟΡΩΝ».
β.2) Ενέργειες Πρ/νων Τμημάτων. Έκαστος Πρ/νος Τμήματος:
– Ενημερώνει την κατάσταση ροής της κάθε υπόθεσης ανάλογα με το αποτέλεσμα.
– Ελέγχει αν αναφορές που του έχουν δοθεί σαν φυσικό αρχείο από τον ελεγκτή για υπογραφή έχουν αποτυπωθεί και στο Σύστημα.
Πρέπει δηλαδή να έχει δημιουργηθεί αναφορά κατάσταση ροής «ΕΛΕΓΧΟΣ ΑΝΑΦΟΡΩΝ», με σκοπό όταν αυτή υπογραφεί να αλλαχθεί η ροή της σε «ΘΕΩΡΗΣΗ ΑΝΑΦΟΡΩΝ», φωτίζοντας την αναφορά και από το menu Ενέργειες ή με δεξί κλικ επιλέγει «ΘΕΩΡΗΣΗ ΑΝΑΦΟΡΩΝ» οπότε αλλάζει η κατάσταση ροής της αναφοράς σε «ΘΕΩΡΗΣΗ ΑΝΑΦΟΡΩΝ».
-Αλλάζει την κατάσταση ροής των υποθέσεων (Φρλγ και Γενικές) που έχουν ολοκληρωθεί (δηλ. υπάρχουν αποτυπωμένες όλες οι αναφορές στο σύστημα) από «ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ ΑΝΑΦΟΡΩΝ» σε «ΘΕΩΡΗΣΗ ΥΠΟΘΕΣΗΣ», φωτίζοντας την υπόθεση και από το menu Ενέργειες ή με δεξί κλικ επιλέγει «ΘΕΩΡΗΣΗ ΑΝΑΦΟΡΩΝ» οπότε αλλάζει η κατάσταση ροής της υπόθεσης σε «ΘΕΩΡΗΣΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗΣ».
Γενικές επισημάνσεις Ο.Π.Σ. “Elenxis”:
– Για κάθε ενέργεια αλλαγής ροής από τον καθ ύλη αρμόδιο πρέπει να έχει γίνει σχετικός έλεγχος για την ορθότητα της ενέργειας.
– Το φυσικό και ηλεκτρονικό αρχείο πρέπει να συμβαδίζουν.
– Για όλες τις ανωτέρω ενέργειες έχουν δοθεί αφενός οδηγίες χρήσης σε όλους τους ελεγκτές και τμηματάρχες και αφετέρου το σύνολο των ελεγκτών και τμηματαρχών έχει εκπαιδευτεί στην χρήση του Συστήματος ELENXIS.
– Εφεξής θα πρέπει να δίδεται ιδιαίτερη προσοχή, τόσο στον τρόπο αλλά και τον χρόνο καταχώρησης όλων των ενεργειών που σχετίζονται με την κάθε υπόθεση – αλλά και τον χαρακτηρισμό της κατάστασης της μέσα από την επιλογή και ορισμό της κατάλληλης ροής, όσο και στην ενημέρωση των κατάλληλων πεδίων. Ο έλεγχος των ανωτέρω διενεργείται από τους καθ ύλη αρμοδίους προϊστάμενους τμημάτων.
Τα διαλαμβανόμενα στην παρούσα, κατισχύουν κάθε άλλης διαταγής μας που ρυθμίζει τα ίδια θέματα διαφορετικά.
Κατόπιν όλων των ανωτέρω και δεδομένου ότι οι διατάξεις του άρθρου 25 του ν.4321/2015 ισχύουν ήδη από την 21η Μαρτίου 2015, οι προϊστάμενοι των Υπηρεσιών της Ειδικής Γραμματείας του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (Ε.Γ. Σ.Δ.Ο.Ε.), καλούνται όπως κατά το μέρος των αρμοδιοτήτων τους, επιβλέψουν την εφαρμογή των αναφερομένων στην παρούσα, ώστε vα επιτευχθεί η επιτάχυνση της ελεγκτικής διαδικασίας, προκειμένου να διευκολυνθεί η διαδικασία της βεβαίωσης και είσπραξης των οφειλόμενων φόρων από τις αρμόδιες υπηρεσίες.
Ο Προϊστάμενος της Διεύθυνσης
Χρίστος Κυριαζόπουλος